Τετάρτη 23 Ιανουαρίου 2013

Ε-τι-κε-τι-κο-ποίηση


Ετικετικοποίηση σημαίνει:
Βάζω ετικέτες.

Βάζω ετικέτες σημαίνει:
Κρίνω, ερμηνεύω.

Κρίνω – Ερμηνεύω σημαίνει:  Καταχωρώ στο μυαλό μου γεγονότα, ανθρώπους, καταστάσεις με ένα συγκεκριμένο τρόπο.


Και μετά;
Από κει και πέρα βλέπω το καθετί και τον καθένα με βάση  αυτή την ερμηνεία που του έχω δώσει.
Βασικά δεν βλέπω αυτό που υπάρχει, αλλά τη δική μου ερμηνεία  γι’ αυτό που υπάρχει. Και φυσικά θεωρώ αυτή την ερμηνεία, που εγώ έχω δώσει, ως τη μόνη αληθινή, ως τη μόνη πραγματικότητα.


Για παράδειγμα:
Ξυπνάω το πρωί και βλέπω ότι έξω βρέχει.
Η πρώτη μου σκέψη είναι : «Πω πω, τι απαίσια μέρα!»

Είναι η μέρα,  πράγματι απαίσια;
Στην ουσία,  η μέρα δεν είναι ούτε ωραία ούτε άσχημη.
Η μέρα είναι αυτό που είναι. Απλώς βρέχει.

Αλλά εγώ κατά το παρελθόν έχω κωδικοποιήσει τον βροχερό καιρό ως απαίσιο. Έτσι, κάθε μέρα της  ζωής μου που θα βρέχει, δε θα έχω τη δυνατότητα να την απολαύσω, ακόμα και κάτω από τις καλύτερες συνθήκες, γιατί θα υπάρχει μια σκέψη που θα ερμηνεύει τη μέρα ως απαίσια.

Κι αυτό βέβαια θα έχει ως επακόλουθο τη δημιουργία δυσάρεστων συναισθημάτων μέσα μου, τα οποία θα χρεώνω στη … μέρα!
Ωστόσο δεν οφείλονται στη μέρα παρά στον τρόπο που εγώ την προσλαμβάνω. Στον τρόπο που έχω κωδικοποιήσει τη μέρα.
Στην ετικέτα που της έχω φορέσει.

Εξ άλλου μια βροχερή μέρα δεν είναι για όλους δυσάρεστη ….


Ένα άλλο παράδειγμα: «Οι γονείς μου ήταν πολύ καταπιεστικοί».
Αυτή είναι η ετικέτα που τους έβαλα όταν ήμουν παιδί. Και μέσα από αυτή την οπτική γωνία, βλέπω τους γονείς μου ως και σήμερα.
Τελικά, ήταν ή δεν ήταν καταπιεστικοί;

Ήταν ή δεν ήταν;;
Ήταν! Έχω και αποδείξεις…

Κι όμως…. Οι γονείς μου ήταν απλώς αυτό που ήταν και έκαναν το καλύτερο που μπορούσαν με βάση το τότε επίπεδο κατανόησής τους.
Εγώ το ονόμασα «καταπίεση». Ήταν η δική μου ερμηνεία. Και εξακολουθώ να την ενστερνίζομαι ακόμα και τώρα και να ορκίζομαι ότι έχω δίκιο, τώρα, που έχω περάσει κατά πολύ την παιδική ηλικία και οι γονείς μου είναι τουλάχιστον παππούδες ( ή έχουν μεταβεί στον άλλο κόσμο…). Μέσα στο νου μου εξακολουθεί να υφίσταται η πεποίθηση ότι «οι γονείς μου είναι καταπιεστικοί»…

Όσες ετικέτες κι αν βάλω, λιγότερο ή περισσότερο πετυχημένες, ούτε μια δεν αντιστοιχεί στην πραγματικότητα.
Απλώς εκφράζει μια προσωπική εκτίμηση, μια προσωπική κρίση ή ερμηνεία. Ερμηνεύει ένα ουδέτερο γεγονός ( τη στάση των γονιών στο παιδί τους ) με ένα προσωπικό τρόπο ( το πως το παιδί εκλαμβάνει αυτή τη στάση).

Όμως πρόκειται για 2 διαφορετικά πράγματα.
Η βροχερή μέρα δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια βροχερή μέρα.
 Έτσι είναι.
Η στάση του γονιού στο παιδί, είναι αυτή που είναι.
Πρόκειται για 2 γεγονότα.
Καθετί άλλο είναι κρίση, ετικέτα, ερμηνεία.



Αλλά ποιο είναι το πρόβλημα στο να κρίνουμε ή να βάζουμε ετικέτες;

Η διαστροφή της πραγματικότητας.

Η πίστη στην ετικέτα που βάλαμε ως αληθινή.

Τα αρνητικά συναισθήματα που συνεπάγονται και μας κάνουν ακόμα να υποφέρουμε,  όταν ο πρωταρχικός παράγοντας έχει προ πολλού παρέλθει.

Ο περιορισμός της ελευθερίας μας, εφόσον αντιλαμβανόμαστε κάθε κατάσταση κάτω από ένα συγκεκριμένο πρίσμα, πράγμα που μας στερεί τη δυνατότητα  κάθε άλλης εκδοχής.

Η επανάληψη και η εφαρμογή αυτής της ερμηνείας σε οτιδήποτε σχετίζεται ή μοιάζει μ’ αυτή την ετικέτα.


Να γιατί πχ. ένας αυστηρός πατέρας που μαλώνει το παιδί του, μπορεί να μας κάνει έξω φρενών και να εκφράσουμε μια υπερβολικά δυσανάλογη αντίδραση σε σχέση με το γεγονός καθαυτό.
Διότι ενεργοποιεί (ξανά και ξανά σε κάθε αντίστοιχη περίσταση) εκείνο το ταμπελάκι που λέει:  «Οι γονείς μου ήταν καταπιεστικοί».

Μέχρις ότου μπορέσουμε να διαχωρίσουμε αυτό που συμβαίνει ως ουδέτερο γεγονός,  από τις προσωπικές μας ερμηνείες γι’ αυτό, θα ταλαιπωρούμαστε από όλο αυτό το παλιό στοκ πεποιθήσεων και θα δημιουργούμε ( εμείς οι ίδιοι, κι όχι η μέρα ή ο πατέρας ) μεγαλύτερο ασυνείδητο πόνο στον εαυτό μας, στους γύρο μας και σε καθετί που μας περιβάλει και με το οποίο αλληλεπιδρούμε.




                                                            Από καρδιάς